Ακμαίοι Γάλλοι μουσικοί στην Αθήνα: Κουαρτέτο Διοτίμα – Γουιλέμ Λατσουμιά
Η καλλιτεχνική περίοδος που μόλις ολοκληρώθηκε χαρακτηρίσθηκε από την έντονη παρουσία «εθνικών» μουσικών αφιερωμάτων. Ανεξάρτητα από τον τρόπο οργάνωσής τους (ανταπόκριση σε προσκλήσεις εγχώριων φορέων, με πρωτεύοντα ρόλο της ΚΟΑ, ή αυτόκλητη δραστηριοποίηση ξένων πολιτιστικών φορέων), αυτά συνοδεύθηκαν, όπως ήταν εύλογο, από την παρουσία εκλεκτών ξένων ερμηνευτών.
Ως προάγγελος του Αθηναϊκού δεκαπενθημέρου εκδηλώσεων γαλλικής μουσικής που διοργάνωσε στις αρχές Φεβρουαρίου το Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών σε συνεργασία με την Πρεσβεία της Γαλλίας, έλαβαν χώρα δύο σημαντικά ρεσιτάλ απόλυτα ακμαίων Γάλλων μουσικών. Κοινό τους στίγμα: ο «μοντερνισμός» των ερμηνειών ή/και των προγραμμάτων.
Στις 28/1, το γνωστό από παλαιότερες εμφανίσεις του στη χώρα μας Κουαρτέτο «Διοτίμα» -βαρύ πυροβολικό της γαλλικής σκηνής μουσικής δωματίου- έδωσε μία θαυμάσια συναυλία στην «Αίθουσα Δημ. Μητρόπουλος» του Μεγάρου Μουσικής, στο πλαίσιο του Κύκλου «Σύγχρονη Μουσική Δημιουργία». Παρότι βασικός πόλος έλξης ήσαν τα αποσπάσματα από την αναθεωρημένη εκδοχή του «Βιβλίου για κουαρτέτο εγχόρδων» του Πιερ Μπουλέζ, το ενδιαφέρον τράβηξε κυρίως η «μοντέρνα» ερμηνευτική οπτική στα άλλα δύο έργα του προγράμματος!
Η βραδιά άνοιξε με το 9ο Κουαρτέτο Εγχόρδων του Σούμπερτ. Αποκαθαρμένη από συναισθηματικές εξάρσεις, η τεχνικά άψογη εκτέλεση εστίασε στην κρυστάλλινη ανάλυση του μουσικού συντακτικού, με αξιοποίηση του σφριγηλού φραζαρίσματος, της ρυθμικής σταθερότητας και της σπάνιας αίσθησης διαλόγου (και αυτοτέλειας των φωνών) των τεσσάρων μουσικών. Η νηφαλιότητα και οι δραματικές αντιθέσεις υποκατέστησαν εν προκειμένω (ίσως υπερβολικά) την προβολή της μελωδικής γραμμής και τη χάρη μιας γραφής, που κοιτάζει, πάντως, ακόμη προς τον μπετοβενικό κλασικισμό παρά προς τον ανατέλλοντα ρομαντισμό.
Μια τέτοια προσέγγιση αποτέλεσε ταιριαστή πρόγευση για το κύριο μενού, τα Μέρη 3 και 5 από το «Βιβλίο για κουαρτέτο εγχόρδων» του Μπουλέζ. Η ψυχρής τελειότητας ερμηνεία στηρίχθηκε σε παίξιμο απόλυτης καθαρότητας που ανέδειξε με χειρουργική ακρίβεια τα συστατικά του σειραϊκού έργου: τη δωδεκαφθογγική «μελωδία», την αυστηρότητα της ενοργάνωσης με διακυμάνσεις ηχοχρωμάτων, δυναμικής και εντάσεων, τον αποσπασματικό ειρμό.
Οι προαναφερθείσες αρετές των «Διοτίμα» ήταν αναμενόμενο ότι θα υπηρετούσαν καλά την ερμηνεία του μοναδικού «Κουαρτέτου για έγχορδα» του Ραβέλ, που αποτέλεσε, κατά την άποψή μας, την κορυφαία στιγμή της συναυλίας. Η νηφαλιότητα της θεώρησης και η ρυθμική διαύγεια δικαίωσαν την αυστηρότητα της γραφής, η ποιότητα του ήχου (άψογη ορθοτονία!) και της άρθρωσης επέτρεψαν λεπτότατες, αιθέριες εναλλαγές ταχυτήτων και δυναμικών, νοηματοδοτώντας πλήρως, με σειρά αποχρώσεων, τις αγωγικές υποδείξεις της παρτιτούρας. Όσο για την αναμφισβήτητη έλλειψη μεγαλύτερης εκφραστικότητας μέσω του τονισμού της ποιητικής διάθεσης, του διακριτικού συναισθήματος ή ακόμη των ατμοσφαιρικών, ιμπρεσιονιστικών πινελιών, αυτή είναι εν πολλοίς θέμα γούστου και δεν θα πρέπει να αντιμετωπισθεί ως απότοκο κάποιας «νέας» ερμηνευτικής ορθοδοξίας: ποιος μπορεί να αμφισβητήσει τον «μοντέρνο» χαρακτήρα της γραφής του Ραβέλ;
Τις σχέσεις και οφειλές του μοντερνισμού προς τον ιμπρεσιονισμό ήλθε, εξάλλου, να επιβεβαιώσει μόλις την επομένη (29/1) το εντυπωσιακό ρεσιτάλ του πιανίστα Γουιλέμ Λατσουμιά στην Μικρή Σκηνή «Χριστίνα Ωνάση» της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών. Ο εξαιρετικά χαρισματικός Γάλλος σολίστ θεωρείται -δικαίως!- ένας από τους ικανότερους διεθνώς ερμηνευτές στο ρεπερτόριο του λεγόμενου «σύγχρονου» πιάνου.
Παρότι πρεσβευτής της μουσικής του 20ού αι., ο Λατσουμιά πατάει γερά στην ιστορία της πιανιστικής φιλολογίας, όπως απέδειξε και με την πρώτη αυτή αθηναϊκή του εμφάνιση. Του ωριαίου ρεσιτάλ υπό τον τίτλο «Από τον Debussy στη φασματική μουσική» προηγήθηκε μία εξαιρετικά διαφωτιστική συνομιλία του πιανίστα με τον Εκτελεστικό Δ/ντή της Στέγης Χρήστο Καρρά.
Επίκεντρο του πρώτου μέρος αποτέλεσαν οι αριστουργηματικές «Σπουδές» αλλά και 2 από τα «Πρελούδια» του Ντεμπυσσύ. Στις -δυσκολότατες να αποκωδικοποιηθούν και να παιχθούν- «Σπουδές» ο Λατσουμιά εντυπωσίασε με σπάνια καθαρότητα γραμμής και με δεξιοτεχνικό, πλην ευφάνταστο και γεμάτο φωτοσκιάσεις παίξιμο. Τα «Πρελούδια», «γαλλικά» ως προς το ύφος αλλά με απαστράπτουσα τεχνική α-λα-Λιστ, αποδόθηκαν με διαφάνεια και πλαστικότητα. Το πόσο επηρέασαν οι οραματισμοί και η εσωτερικότητα του Ντεμπυσύ τους συμπατριώτες επιγόνους του φάνηκε από τις σύντομες, ατμοσφαιρικές συνθέσεις των Ζεράρ Πεσσόν (γ. 1958) και Φρανκ Κριστόφ Γεζνικιάν (γ. 1969) που προσφέρθηκαν εμβόλιμα.
Μετά το σύντομο διάλειμμα ακούσθηκαν οι «Επικράτειες της λήθης» του Τριστάν Μυράιγ, εμβληματική σύνθεση της «φασματικής» μουσικής. Το χειμαρρώδες έργο, υποβλητικό και δραματικό συνάμα, διερευνά με τρόπο ατμοσφαιρικό την αντήχηση του πιάνου. Η οργάνωση από τον Λατσουμιά του τόσο σαγηνευτικού ηχητικού μικροκόσμου δεν έγινε με τρόπο αποσπασματικό και γωνιώδη, αλλά με άρτια συνολική εποπτεία, κυρίως δε με μοναδική αφηγηματική ευφράδεια, που ενέτεινε την εκφραστικότητα της ερμηνείας.
Η -οφειλόμενη στην βαθύτατη κατανόηση- άνεση με την οποία ο χαρισματικός πιανίστας προσεγγίζει αυτό το τόσο απαιτητικό ρεπερτόριο φάνηκε και στο εκτός προγράμματος έργο, έναν από του «Ιρλανδικούς Θρύλους» του Χένρυ Κάουελ, εκ των πρωτοπόρων συνθετών του Αμερικανικού Μοντερνισμού. Οι ρυθμικές και αρμονικές καινοτομίες, η χρήση των clusters, η ηχητική αξιοποίηση των χορδών του πιάνου χωρίς τη χρήση πλήκτρων (π.χ. με πιτσικάτι) κλπ. έδωσαν την ευκαιρία στον Λατσουμιά να σμιλεύσει, με υψηλή συγκέντρωση και ασύλληπτες εναλλαγές τέμπι και δυναμικών, ένα σπάνιο ηχητικό σύμπαν, όλο μυστήριο και φαντασία. Συνολικά, ένας από κάθε άποψη συναρπαστικός μουσικός περίπλους!
Ως προάγγελος του Αθηναϊκού δεκαπενθημέρου εκδηλώσεων γαλλικής μουσικής που διοργάνωσε στις αρχές Φεβρουαρίου το Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών σε συνεργασία με την Πρεσβεία της Γαλλίας, έλαβαν χώρα δύο σημαντικά ρεσιτάλ απόλυτα ακμαίων Γάλλων μουσικών. Κοινό τους στίγμα: ο «μοντερνισμός» των ερμηνειών ή/και των προγραμμάτων.
Στις 28/1, το γνωστό από παλαιότερες εμφανίσεις του στη χώρα μας Κουαρτέτο «Διοτίμα» -βαρύ πυροβολικό της γαλλικής σκηνής μουσικής δωματίου- έδωσε μία θαυμάσια συναυλία στην «Αίθουσα Δημ. Μητρόπουλος» του Μεγάρου Μουσικής, στο πλαίσιο του Κύκλου «Σύγχρονη Μουσική Δημιουργία». Παρότι βασικός πόλος έλξης ήσαν τα αποσπάσματα από την αναθεωρημένη εκδοχή του «Βιβλίου για κουαρτέτο εγχόρδων» του Πιερ Μπουλέζ, το ενδιαφέρον τράβηξε κυρίως η «μοντέρνα» ερμηνευτική οπτική στα άλλα δύο έργα του προγράμματος!
Η βραδιά άνοιξε με το 9ο Κουαρτέτο Εγχόρδων του Σούμπερτ. Αποκαθαρμένη από συναισθηματικές εξάρσεις, η τεχνικά άψογη εκτέλεση εστίασε στην κρυστάλλινη ανάλυση του μουσικού συντακτικού, με αξιοποίηση του σφριγηλού φραζαρίσματος, της ρυθμικής σταθερότητας και της σπάνιας αίσθησης διαλόγου (και αυτοτέλειας των φωνών) των τεσσάρων μουσικών. Η νηφαλιότητα και οι δραματικές αντιθέσεις υποκατέστησαν εν προκειμένω (ίσως υπερβολικά) την προβολή της μελωδικής γραμμής και τη χάρη μιας γραφής, που κοιτάζει, πάντως, ακόμη προς τον μπετοβενικό κλασικισμό παρά προς τον ανατέλλοντα ρομαντισμό.
To Κουαρτέτο Διοτίμα κατά την εμφάνισή του (28-1-2013) στην «Αίθουσα Δημ. Μητρόπουλος» του Μεγάρου Μουσικής
Οι προαναφερθείσες αρετές των «Διοτίμα» ήταν αναμενόμενο ότι θα υπηρετούσαν καλά την ερμηνεία του μοναδικού «Κουαρτέτου για έγχορδα» του Ραβέλ, που αποτέλεσε, κατά την άποψή μας, την κορυφαία στιγμή της συναυλίας. Η νηφαλιότητα της θεώρησης και η ρυθμική διαύγεια δικαίωσαν την αυστηρότητα της γραφής, η ποιότητα του ήχου (άψογη ορθοτονία!) και της άρθρωσης επέτρεψαν λεπτότατες, αιθέριες εναλλαγές ταχυτήτων και δυναμικών, νοηματοδοτώντας πλήρως, με σειρά αποχρώσεων, τις αγωγικές υποδείξεις της παρτιτούρας. Όσο για την αναμφισβήτητη έλλειψη μεγαλύτερης εκφραστικότητας μέσω του τονισμού της ποιητικής διάθεσης, του διακριτικού συναισθήματος ή ακόμη των ατμοσφαιρικών, ιμπρεσιονιστικών πινελιών, αυτή είναι εν πολλοίς θέμα γούστου και δεν θα πρέπει να αντιμετωπισθεί ως απότοκο κάποιας «νέας» ερμηνευτικής ορθοδοξίας: ποιος μπορεί να αμφισβητήσει τον «μοντέρνο» χαρακτήρα της γραφής του Ραβέλ;
Τις σχέσεις και οφειλές του μοντερνισμού προς τον ιμπρεσιονισμό ήλθε, εξάλλου, να επιβεβαιώσει μόλις την επομένη (29/1) το εντυπωσιακό ρεσιτάλ του πιανίστα Γουιλέμ Λατσουμιά στην Μικρή Σκηνή «Χριστίνα Ωνάση» της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών. Ο εξαιρετικά χαρισματικός Γάλλος σολίστ θεωρείται -δικαίως!- ένας από τους ικανότερους διεθνώς ερμηνευτές στο ρεπερτόριο του λεγόμενου «σύγχρονου» πιάνου.
Παρότι πρεσβευτής της μουσικής του 20ού αι., ο Λατσουμιά πατάει γερά στην ιστορία της πιανιστικής φιλολογίας, όπως απέδειξε και με την πρώτη αυτή αθηναϊκή του εμφάνιση. Του ωριαίου ρεσιτάλ υπό τον τίτλο «Από τον Debussy στη φασματική μουσική» προηγήθηκε μία εξαιρετικά διαφωτιστική συνομιλία του πιανίστα με τον Εκτελεστικό Δ/ντή της Στέγης Χρήστο Καρρά.
Ο πιανίστας Γουιλέμ Λατσουμιά κατά την εμφάνισή του (29-1-2013) στην «Μικρή Σκηνή Χριστίνα Ωνάση» της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών (credit: Σούλης).
Μετά το σύντομο διάλειμμα ακούσθηκαν οι «Επικράτειες της λήθης» του Τριστάν Μυράιγ, εμβληματική σύνθεση της «φασματικής» μουσικής. Το χειμαρρώδες έργο, υποβλητικό και δραματικό συνάμα, διερευνά με τρόπο ατμοσφαιρικό την αντήχηση του πιάνου. Η οργάνωση από τον Λατσουμιά του τόσο σαγηνευτικού ηχητικού μικροκόσμου δεν έγινε με τρόπο αποσπασματικό και γωνιώδη, αλλά με άρτια συνολική εποπτεία, κυρίως δε με μοναδική αφηγηματική ευφράδεια, που ενέτεινε την εκφραστικότητα της ερμηνείας.
Η -οφειλόμενη στην βαθύτατη κατανόηση- άνεση με την οποία ο χαρισματικός πιανίστας προσεγγίζει αυτό το τόσο απαιτητικό ρεπερτόριο φάνηκε και στο εκτός προγράμματος έργο, έναν από του «Ιρλανδικούς Θρύλους» του Χένρυ Κάουελ, εκ των πρωτοπόρων συνθετών του Αμερικανικού Μοντερνισμού. Οι ρυθμικές και αρμονικές καινοτομίες, η χρήση των clusters, η ηχητική αξιοποίηση των χορδών του πιάνου χωρίς τη χρήση πλήκτρων (π.χ. με πιτσικάτι) κλπ. έδωσαν την ευκαιρία στον Λατσουμιά να σμιλεύσει, με υψηλή συγκέντρωση και ασύλληπτες εναλλαγές τέμπι και δυναμικών, ένα σπάνιο ηχητικό σύμπαν, όλο μυστήριο και φαντασία. Συνολικά, ένας από κάθε άποψη συναρπαστικός μουσικός περίπλους!